segunda-feira, 9 de setembro de 2013

Μια κυβέρνηση της αριστεράς στη Χιλή (1970-1973)

chile_140 χρόνια μετά το πραξικόπημα του Πινοτσέτ
Γράφει ο Κρίτων Ηλιόπουλος
Αμέσως μετά το πραξικόπημα του Πινοτσέτ στις 11 Σεπτέμβρη 1973 υπήρξε μια συσπείρωση της χιλιάνικης και της παγκόσμιας αριστεράς κατά της φρίκης της δικτατορίας. Όμως πρωτύτερα, στα τρία χρόνια της κυβέρνησης Λαϊκής Ενότητας, 1970-73, υπήρχαν πολλές διαφωνίες μέσα στο αριστερό στρατόπεδο της μεγάλης «μάχης της Χιλής». Επιπλέον, για πολλά χρόνια, η ευθύνη για την ήττα αποδιδόταν από αρκετούς σε εκείνες τις διαφωνίες ή στα λάθη τακτικής και στρατηγικής της Λαϊκής Ενότητας (Λ.Ε).
Εάν ρίξουμε μια πιο ψύχραιμη ματιά, σήμερα 40 χρόνια μετά το βομβαρδισμό του προεδρικού μεγάρου της Χιλής, μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι δεν ήταν οι εσωτερικές αδυναμίες που έφταιξαν για την ήττα αλλά μάλλον η «υπεροπλία» και η μεγαλύτερη ισχύς του αντίπαλου.
Επίσης από την απόσταση του χρόνου θα διαπιστώσουμε ότι οι επιτυχίες της αριστερής κυβέρνησης ήταν εντυπωσιακές και πολύ περισσότερες από τις αποτυχίες. Η κριτική για τις ευθύνες της ήττας βασίζεται ακριβώς σ’ αυτές τις επιτυχίες. Εφόσον επί τρία «ατέλειωτα» χρόνια απίστευτων καθημερινών αλλαγών και συγκρούσεων στην κοινωνία της Χιλής, το κίνημα της Λαϊκής Ενότητας κατάφερε αυτά που κατάφερε χωρίς να ανατραπεί, θα μπορούσε να είχε νικήσει. Μερικοί υποστήριξαν ότι δεν θα μπορούσε. Άλλοι επικέντρωσαν στη δύναμη που έχουν οι κάννες  και ότι ήταν ζήτημα όπλων. Ωστόσο στην κοντινή Αργεντινή ηττήθηκε λίγο αργότερα και αυτή η άποψη.
Στις κουτσομπολίστικες στήλες μπορεί να διαβάσουμε για τη διαμάχη περί του αν αυτοκτόνησε ή σκοτώθηκε ο Αλιέντε, για το αν έπινε ή δεν έπινε ουίσκι και άλλες θεωρίες που έχουν στόχο να μειώσουν την αξία της κυβέρνησης Λαϊκής Ενότητας και της προσωπικότητας του προέδρου της. Δεν έχει νόημα  να κάνουμε μαντείες και «μετά Χριστόν» προφητείες, η συζήτηση αυτή κράτησε πολλά χρόνια και αποδείχτηκε άγονη.
alliendeΗ Λαϊκή Ενότητα ήταν μια συμμαχία όπου συμμετείχε το Σοσιαλιστικό Κόμμα, το Κομμουνιστικό, το Ριζοσπαστικό Κόμμα, το Ενωμένο Κίνημα Λαϊκής Δράσης (MAPU) και η Ανεξάρτητη Λαϊκή Δράση.  Ο γιατρός Σαλβαδόρ Αλιέντε ήταν ένας σοσιαλδημοκράτης πολιτικός που είχε κατέβει υποψήφιος πρόεδρος στις εκλογές του 1954, του 1958 και 1964 πριν από την τελευταία εκλογική κάθοδο που οδήγησε στη νίκη, το 1970. Απ’ ό,τι λένε όσοι τον γνώρισαν πίστευε πολύ στη δημοκρατία και τις ατομικές ελευθερίες, επέμενε στη νομιμότητα και είχε μεγάλη ευαισθησία σε ζητήματα κοινωνικής δικαιοσύνης. Πριν από την κουβανική επανάσταση οι πολιτικές του απόψεις περιορίζονταν σε ζητήματα δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων. Επηρεάστηκε πολύ από την κουβανική επανάσταση  και αφιερώθηκε στον αγώνα για τον «χιλιάνικο δρόμο προς το σοσιαλισμό» που διέφερε από το σοβιετικό πρότυπο κυρίως σε θέματα δημοκρατίας. Επέμενε στην ελευθερία των κομμάτων, του τύπου, των συνδικάτων και άλλων θεσμών της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Το μεγαλύτερο κόμμα της Λαϊκής Ενότητας ήταν το σοσιαλιστικό κόμμα, ένα κόμμα με πολλές αντιθέσεις στο εσωτερικό του. Συνυπήρχαν αναρχοσυνδικαλιστές   και ακτιβιστές κάθε λογής με πολιτικούς συντηρητικών απόψεων. 
Το Κομμουνιστικό Κόμμα είχε ακλόνητες πολιτικές απόψεις που αντέγραφαν  το σοβιετικό μοντέλο. Τα δύο μεγάλα κόμματα δεν συμφωνούσαν στις προτεραιότητες και στους ρυθμούς των αλλαγών στο δρόμο για το «χιλιάνικο σοσιαλισμό», όμως τα μεγαλύτερα προβλήματα ήταν στο εσωτερικό του σοσιαλιστικού κόμματος. Επίσης ήταν σημαντική η επιρροή μικρότερων κομμάτων, όπως το MIR, που παρότι μικρά εξέφραζαν ισχυρά κοινωνικά ρεύματα.
Η κυβέρνηση
allende1Ενώ η κυβέρνηση Αλιέντε εκλέχτηκε με μικρό ποσοστό, 36,2% (ο πρώην πρόεδρος Αλεσάντρι πήρε 34,9% και η Χριστιανική Δημοκρατία 27,8%)  στις δημοτικές εκλογές που ακολούθησαν τον Απρίλη πήρε το 51%. Τότε ορισμένοι στη Λ.Ε. πρότειναν να συγκληθεί δημοψήφισμα ώστε να αποφασιστούν γρηγορότερα συνταγματικές αλλαγές. Η πρόταση απορρίφθηκε.
Ύστερα από τρία χρόνια, στις βουλευτικές εκλογές του Μαρτίου του 1973, και με τρομερή συσπείρωση όλης της δεξιάς, η Λαϊκή Ενότητα πήρε 44% και η Ενωμένη Δεξιά δεν κατάφερε να κερδίσει την πλειοψηφία των δύο τρίτων που χρειαζόταν για να ρίξει τον πρόεδρο. Έτσι ο μόνος δρόμος που απέμενε ήταν τα τανκς που φάνηκαν πρώτα τον Ιούνιο και μετά στις 11 Σεπτέμβρη για την οριστική νίκη τους. Τα λεπτομερή γεγονότα καταγράφονται σε αμέτρητες πηγές, ωστόσο η ερμηνεία και τα συμπεράσματα ποικίλουν. Επίσης μεγάλη συζήτηση έχει γίνει για την ανάμιξη των ΗΠΑ και της CIA στην υπονόμευση της αριστερής κυβέρνησης και στο πραξικόπημα του Πινοτσέτ, ανάμιξη την οποία έχει επισήμως ομολογήσει η αμερικάνικη πολιτική ηγεσία. Ωστόσο, η ξένη επέμβαση και η θεωρία της «εξαρτημένης» οικονομίας δεν επαρκεί για την ερμηνεία των γεγονότων, από τα οποία αναδεικνύεται η μαζική υποστήριξη της δεξιάς και επίσης η ύπαρξη «εθνικής» τάσης του καπιταλισμού.
pinotset-chileΣτο πολιτικό πεδίο δινόταν η μάχη της δεξιάς με την αριστερά για το ποιος θα πάρει με το μέρος του τη Χριστιανική Δημοκρατία, ενώ στο κοινωνικό πεδίο η οξυμένη ταξική πάλη της μεγάλης μάζας των προλετάριων και των άκληρων εργατών γης εναντίον 40 περίπου πάμπλουτων οικογενειών που «παραδοσιακά» ήταν οι ιδιοκτήτες της Χιλής, θα κρινόταν από το ποιος θα κέρδιζε με το μέρος του τα υπολογίσιμα μεσαία στρώματα.
Το πρόγραμμα της Λ.Ε περιλάμβανε την κρατικοποίηση «κρίσιμων» τομέων της οικονομίας, την εθνικοποίηση του ορυκτού πλούτου και ειδικότερα του χαλκού, την επιτάχυνση της αγροτικής μεταρρύθμισης και το μοίρασμα της γης των μεγάλων λατιφούντιων, το πάγωμα των τιμών, την αύξηση των μισθών όλων των εργαζομένων η οποία θα γινόταν με κοπή χαρτονομισμάτων, κρατικό σύστημα υγείας, εκστρατεία για τη μόρφωση και την καταπολέμηση του αναλφαβητισμού και τροποποιήσεις στο σύνταγμα που αφορούσαν το πολιτικό σύστημα.
Τον πρώτο χρόνο τριπλασιάστηκαν οι συντάξεις, αυξήθηκαν σημαντικά οι μισθοί, χιλιάδες δάσκαλοι και σχολεία έπιασαν δουλειά, δωρεάν γάλα μοιραζόταν στα σχολεία.
Ενδεικτικό του προσανατολισμού της κυβέρνησης ήταν δύο από τα πρώτα μέτρα που πήρε.
-Το ένα ήταν η αμνηστία όλων των πολιτικών κρατουμένων και η ελεύθερη δράση κομμάτων και οργανώσεων, όπως το MIR, που ήταν πριν στην παρανομία.
-Το άλλο μέτρο, ενδεικτικό του προσανατολισμού, ήταν η επανασχεδίαση του Μετρό του Σαντιάγο ώστε να πηγαίνει στις φτωχογειτονιές της πόλης.
Ο εθνικισμός είναι ένας κοινός παρονομαστής σε αριστερά και δεξιά, στην αριστερά με την έμμεση υποστήριξη της «εθνικής αστικής τάξης» εναντίον του «ιμπεριαλισμού» και στη δεξιά με την διαχρονική ταξική συνεργασία στο όνομα της «πατρίδας». Η εθνικοποίηση του Χαλκού ψηφίζεται ομόφωνα στο Κονγκρέσο και οι αμερικάνικες εταιρείες Ανακόντα (γνωστή από το Κάντο Χενεράλ), Κένεκοτ και ΙΤΤ δεν παίρνουν δεκάρα αποζημίωση. Εντυπωσιακό είναι ότι η δικτατορία του ΠινοτσέτΔΕΝ ιδιωτικοποίησε τον «εθνικό» χαλκό, η CODELCO παρέμεινε κρατική και μέχρι το ‘80 έλεγχε περισσότερο από το 90% της παραγωγής χαλκού. Η διαφορά ήταν ότι με τα «εθνικά» κέρδη του χαλκού η κυβέρνηση Αλιέντε ενίσχυσε τα εισοδήματα των εργατών και των καταπιεσμένων τάξεων, ενώ η Χούντα του Πινοτσέτ ενίσχυε τα δικά της εισοδήματα και τους προσωπικούς λογαριασμούς του Πινοτσέτ στην Ελβετία.
Οι μεγάλες αλλαγές δεν έγιναν μόνο από «τα πάνω» με αποφάσεις απλώς των υπουργών και της βουλής. Ένα ισχυρό μαζικό κίνημα, είτε με τη σύμφωνη γνώμη της κυβέρνησης είτε παρά τη θέλησή της, οργάνωνε καταλήψεις και απαλλοτριώσεις εργοστασίων και επιχειρήσεων, ξήλωνε συρματοπλέγματα στα τσιφλίκια και μοίραζε τη γη. Στις γειτονιές λειτουργούσαν Επιτροπές Διανομής Τροφίμων και ειδών πρώτης ανάγκης που παρέκαμπταν τα εμπόδια των εμπόρων. Οι πιο ριζοσπαστικές πολιτικές και κοινωνικές οργανώσεις που στήριζαν κριτικά την κυβέρνηση και διαφωνούσαν με τις προτεραιότητες και τους ρυθμούς των αλλαγών, δεν έκαναν απλώς κριτική αλλά αναλάμβαναν δράση για να υλοποιήσουν τις πολιτικές που θεωρούσαν σημαντικές για την απόδοση κοινωνικής δικαιοσύνης. Ταυτόχρονα, η τριετία της κυβέρνησης ήταν μία έκρηξη στις τέχνες και τις ιδέες, μια απίστευτη άνθιση λογοτεχνίας, ποίησης, μουσικής, ζωγραφικής, θεάτρου.
chile=1Μεταρρύθμιση ή Επανάσταση
Έχει ενδιαφέρον να δούμε λίγο πώς εκφράστηκε στη Χιλή του 70 αυτό το παλιό δίπολο που έγινε βάση για πολλές στερεοτυπικές θέσεις της αριστεράς του 20ου αιώνα.
Η κυβέρνηση της αριστεράς δεν λειτούργησε «κατασταλτικά» στις ιδεολογικές και πολιτικές διαμάχες στην αριστερά, ούτε επιχείρησε να ενσωματώσει και να καθυποτάξει τις πιο ριζοσπαστικές απόψεις.
Αντίθετα, η κυβέρνηση της αριστεράς έδωσε την ευκαιρία «ανθίσουν» πολλά λουλούδια και σίγουρα δεν υπήρξε καμία αριστερή πολιτική οργάνωση που να αντιμετώπισε την κυβέρνηση Αλιέντε ως «εχθρό».
Η πιο ισχυρή και πιο ηρωική οργάνωση που διεκδικούσε για τον εαυτό της τον τίτλο «επαναστατική» ενώ κατηγορούσε τις κυρίαρχες τάσεις της Λαϊκής Ενότητας για ρεφορμισμό, ήταν το Κίνημα της Επαναστατικής Αριστεράς (MIR). Η ουσιαστική διαφωνία του με τα κόμματα της Λ.Ε ήταν ότι η κατάργηση του καπιταλισμού δεν γίνεται βαθμιαία και σε στάδια αλλά με ρήξη και επανάσταση. Θεωρούσε ότι η κυβέρνηση του Αλιέντε και οι κομμουνιστές που συμμετείχαν σ’ αυτή είχαν επιλέξει το μεταρρυθμιστικό δρόμο με τα μεταβατικά στάδια. Παρ’ όλα αυτά, υποστήριζε την αριστερή κυβέρνηση και δεν είχε την άποψη «τι λάχανα τι μπρόκολα».
Ας δούμε σύντομα την ιστορία του MIR, τις απόψεις του και τη δράση του την περίοδο της κυβέρνησης Αλιέντε.
Το MIR
mirΙδρύθηκε το 1965 από την ένωση μιας ομάδας (Μαρξιστική Επαναστατική Πρωτοπορία)  νέων  που είχαν φύγει από το σοσιαλιστικό και κομμουνιστικό κόμμα, με το τροτσκιστικό Εργατικό Επαναστατικό Κόμμα της Χιλής. Συνδύαζε τις τροτσκιστικές με τις γκεβαρικές απόψεις. «Στις σοσιαλιστικές χώρες που ελέγχονται από το ρεφορμισμό ή το ρεβιζιονισμό, στηρίζουμε τον επαναστατικό λαό και όχι τις γραφειοκρατικές ηγεσίες, που παραμορφώνουν τη διαδικασία οικοδόμησης του σοσιαλισμού και προδίδουν τον επαναστατικό μαρξισμό» γράφει η πρώτη διακήρυξη αρχών του. Το 1967 απομακρύνονται ορισμένοι τροτσκιστές και στην ηγεσία αναδεικνύονται τρεις φοιτητές, με πιο γνωστό τον Μιγκέλ Ενρίκες. Στο νέο πρόγραμμα υιοθετεί ως βασικό άξονα τη θέση για αντάρτικο αγώνα στην ύπαιθρο.
Το MIR βγαίνει από την παρανομία με την κυβέρνηση Αλιέντε και υποστηρίζει τη γραμμή της Ανεξάρτητης από την Κυβέρνηση Λαϊκής Εξουσίας. Έχει σημαντική δράση μέσα από τα μαζικά μέτωπα που οργανώνει όπως τοΕπαναστατικό Κίνημα Αγροτών, το Κίνημα των Παραγκουπόλεων, το Κίνημα των Επαναστατών Εργατών. Όπως περιγράφει ο Μισέλ Λεβί, «μαζί με την αριστερά της Λαϊκής Ενότητας, (που αποτελείται από μια πτέρυγα του σοσιαλιστικού κόμματος, μία τάση του MAPU –Ενωμένο Κίνημα Λαϊκής Δράσης και την χριστιανική αριστερά) επιχειρούν να πάρουν την ηγεμονία στο Εργατικό Κίνημα την οποία έχει το κομμουνιστικό κόμμα της Χιλής, χωρίς να τα καταφέρουν.» (Michael Lowy, O marxismo na America Latina).
Ο γραμματέας του ΚΚ Χιλής, Λουίς Κορβαλάν υποστηρίζει: «[…] αυτό που πολεμάει ο Ιμπεριαλισμός και η ολιγαρχία […] δεν είναι η φανταστική Ανεξάρτητη από την Κυβέρνηση Λαϊκή Εξουσία που λέει το MIR, και που υπάρχει μονάχα στα κεφάλια των ηγετών του, αλλά η κυβέρνηση του προέδρου Αλιέντε.». Το MIR απαντάει ότι Λαϊκή Εξουσία που είναι εναλλακτική και αυτόνομη «αποτελεί μέρος μιας προλεταριακής στρατηγικής, εναλλακτικής προς το ρεφορμισμό που κρατάει τις μάζες υποταγμένες στην αστική δημοκρατία. […] Δεν είναι φανταστική, ξεπήδησε ήδη, αναπτύσσεται και θα γίνει ισχυρότερη στις μάζες, όσο και αν ορισμένοι ηγέτες του ΚΚ θέλουν να το εμποδίσουν[…]»
Ποια είναι η θέση του MIR για την κυβέρνηση: «Πιστεύουμε ότι μέχρι το σχηματισμό της κυβέρνησης Λ.Ε -Στρατηγών, η κυβέρνηση ήταν κυρίως αριστερή ρεφορμιστική, διεύρυνε τις δημοκρατικές ελευθερίες στη Χιλή και εφάρμοσε ένα περιορισμένο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων προς όφελος της εργατικής τάξης, και με αυτή την έννοια τη θεωρούμε θετική. Αυτό δεν σημαίνει ότι συμφωνούμε απολύτως με την πρακτική της, ούτε με την υποταγή της ανεξάρτητης πάλης του προλεταριάτου στις δυνατότητες κυβερνητικής δράσης […] Θεωρούμε θετική την ύπαρξη μιας κυβέρνησης της αριστεράς, στο βαθμό που αυτή πράγματι είναι ένα εργαλείο και ένας σημαντικός μοχλός στον αγώνα της εργατικής τάξης και των μαζών. Γι’ αυτό ασκούμε κριτική στη ρεφορμιστική πολιτική που με τις ταλαντεύσεις της και την έλλειψη εμπιστοσύνης  στις μάζες, υποχρεώθηκε να ξεπεράσει την κρίση του Οκτωβρίου (ΣτΣ μαζικές απεργίες της εργοδοσίας και ιδιοκτητών μέσων μεταφοράς) εντάσσοντας στην κυβέρνηση και στον κρατικό μηχανισμό ορισμένους αξιωματικούς των Ενόπλων Δυνάμεων […]»
Το MIR έκανε κριτική στο ΚΚ Χιλής ότι έδινε προτεραιότητα στις οικονομικές επιτυχίες, στη «μάχη της παραγωγής», μια μέθοδος που απέτυχε να κερδίσει τις μάζες και να αλλάξει το συσχετισμό δυνάμεων. Καταγγέλλει το ΚΚ Χιλής ότι «αποφάσισε να ζητήσει τη βοήθεια της εθνικής αστικής τάξης» και η ίδια ανακοίνωση του MIR, στις 10 Φεβρουαρίου 1973, καταλήγει:
«Στη Χιλή ποτέ δεν άρχισε καμία μετάβαση από τον καπιταλισμό προς το σοσιαλισμό. Αυτό που συνέβη, από τις 4 Οκτωβρίου 1970 ως σήμερα, είναι μια μετάβαση προς έναν Κρατικό Καπιταλισμό, υπό την ηγεσία μιας μεταρρυθμιστικής κυβέρνησης της αριστεράς. Σήμερα το ΚΚ Χιλής προτείνει να αναβιώσει, με άλλον τρόπο, η παλιά θέση για εθνική απελευθέρωση, της «προοδευτικής» εθνικής αστικής τάξης και για μια επανάσταση σε στάδια. Αυτό σημαίνει το πλατύ μέτωπο που προτείνει ο Καντεμάρτορι και η ηγεσία του ΚΚ θέλει να οικοδομήσει με το προλεταριάτο και την αστική τάξη που αποκαλείται «εθνική και προοδευτική». Όλες οι οικονομικές πολιτικές του ΚΚ έχουν προσανατολισμό να κερδίσουν την εμπιστοσύνη της «εθνικής αστικής τάξης».»
Αξίζει τέλος να δούμε μια λογοτεχνική προσωπική μαρτυρία για την περίοδο, από το βιβλίο του Λουίς Σεπούλβεδα, Η τρέλα του Πινοτσέτ, εκδ. Όπερα, μετάφραση Αχιλλέα Κυριακίδη.

0054692«Τον είχα γνωρίσει ένα πρωί του Φεβρουαρίου του 1971. Έξι μήνες νωρίτερα, το εργοστάσιο του Πουέντε Άλτο μιας εταιρείας αφυδάτωσης και εξαγωγής φρούτων, της COAFRUT, είχε καταληφθεί από τους εργάτες που αγανακτισμένοι από το να δουλεύουν για μισθούς πείνας και να βλέπουν όλα τους τα δικαιώματα να καταπατιούνται με χιλιάδες τεχνάσματα, έδιωξαν αφεντικά και εργοδηγούς, αλλά δε διέκοψαν την παραγωγή. Εκείνη την εποχή, όλα τα «πολιτικά στελέχη» (δηλαδή στελέχη της Λαϊκής Ενότητας ικανά να τους δοθούν αρμοδιότητες) οφείλαμε να δεχόμαστε εντολές που, καμιά φορά, η εκτέλεσή τους υπερέβαινε μεν τις γνώσεις μας, αλλά και αποτελούσε πρόκληση στη δημιουργική ικανότητα που χαρακτήρισε τις χίλιες μέρες της λαϊκής κυβέρνησης. Έτσι, λοιπόν, μετά τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης μιας απόφασης που με ονόμαζε μεσολαβητή, εκπρόσωπο του κράτους σ’ εκείνη τη βιομηχανία, παρουσιάστηκα στους εργάτες της COAFRUT για να ασκήσω αυτά τα καθήκοντα.

Δεν στάθηκε εύκολο να μπω στο κτίριο. Χωροφύλακες έμπλεοι φόβου μπροστά στην παντοδυναμία των αφεντικών και οπλισμένοι μπράβοι, πληρωμένοι από την Άκρα Δεξιά, προσπάθησαν να εμποδίσουν την εκτέλεση μιας καθ’ όλα νόμιμης πράξης. Κρατώντας το έγγραφο που με ονόμαζε μεσολαβητή, απαίτησα από έναν αξιωματικό της χωροφυλακής να σεβαστεί το νόμο και να μ’ αφήσει να μπω στο εργοστάσιο. Ο ένστολος κοίταζε συνέχεια τα αφεντικά, σαν να περίμενε από αυτούς να του πουν τι να κάνει. Και τότε, μια ομάδα εργάτες, οπλισμένοι με τα εργαλεία της δουλειάς τους –φτυάρια, αξίνες, σφυριά-, βγήκαν απ’ τις εγκαταστάσεις και μου άνοιξαν δρόμο να περάσω. Επικεφαλής τους ήταν ένας ψηλός και γεροδεμένος νεαρός με καστανόξανθα μαλλιά, που μου έτεινε το χέρι και με προσφώνησε με ένα αξέχαστο «Καλωσόρισες, σύντροφε μεσολαβητή!» Ήταν ο εργάτης Όσκαρ Λάγος Ρίος.

Μπήκαμε στο εργοστάσιο και κλείσαμε πίσω μας τις πόρτες. Μέσα, εκτός από έναν αέρα επαναστατικότητας, επικρατούσε και η πεντακάθαρη ατμόσφαιρα της εργασίας. Ο νεαρός εργάτης με περιέφερε στις εγκαταστάσεις, μου ανέλυσε τις ιδιαιτερότητες της παραγωγής και τον τελικό της προορισμό, και μου επέδωσε έναν κατάλογο με τις επείγουσες ανάγκες. Όλες είχαν να κάνουν με πληρωμές εν καθυστερήσει: πετρέλαιο, ηλεκτρικό, νερό, δόσεις δανείων. Τελευταίοι ήταν γραμμένοι οι μισθοί που είχαν μήνες να καταβληθούν.»
Σαράντα χρόνια από το πραξικόπημα της 11/9 στη Χιλή
 του Κρίτωνα Ηλιόπουλου
 sello-pinochetΤα φρικτά βασανιστήρια, οι δολοφονίες και οι εξαφανίσεις επισκίασαν ευλόγως άλλες πλευρές της δικτατορίας στη Χιλή. Ελάχιστα είναι γνωστά για την ιδεολογική πλευρά της, την κουλτούρα, τις τέχνες της εποχής και την κληρονομιά της.  40 χρόνια μετά το πραξικόπημα και περίπου 25 μετά την αρχή μιας αργής και αναιμικής μεταπολίτευσης, διεθνώς είναι περισσότερο γνωστή η κουλτούρα της αντίστασης. Η Ιστορία κατέγραψε τις μορφές της λογοτεχνίας και της μουσικής που έφτασαν στο απόγειό τους το 1973, την τριετία της κυβέρνησης της Λαϊκής Ενότητας, με ηγέτη τον γιατρό Σαλβαδόρ Αλιέντε. Κανείς δεν θυμάται την κουλτούρα της δικτατορίας, τους συγγραφείς που υποστήριξαν τους στρατιωτικούς, τους τραγουδιστές παραδοσιακών και ελαφρών τραγουδιών στα Φεστιβάλ της  χούντας. Στην ίδια τη Χιλή τα πράγματα μάλλον δεν είναι τόσο απλά. Εκεί η λήθη είναι υποσυνείδητη αλλά και συνειδητή, η διαμάχη για την ερμηνεία των γεγονότων ζωντανή και έντονη. Οι ένοχοι εγκλημάτων είναι επίσης ζωντανοί, όπως υπάρχουν και επιζώντες από την «κάθαρση» που διέπραξε η χούντα. Πριν 4-5 χρόνια ήταν σχεδόν απαγορευμένοι οι όροι «δικτατορία», «στρατιωτικό καθεστώς» και «στρατιωτικό πραξικόπημα» στα επίσημα μέσα ενημέρωσης, τα σχολικά βιβλία και  κάθε κείμενο, αν δεν ήθελε να χαρακτηριστεί «εξτρεμιστικό». Ο χιλιανός συγγραφέας  Ραμόν Δίας μου περιέγραψε πρόσφατα ότι πολλοί καθηγητές σε ιδιωτικά και θρησκευτικά σχολεία αποφεύγουν συστηματικά αναφορές σε «επίμαχα» ζητήματα, από τον φόβο είτε των διευθυντών είτε των γονιών. Κυριαρχούν οι περιφράσεις και οι ευφημισμοί, λόγου χάρη «τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου».
pinochetΠοια η σχέση της δικτατορίας του Πινοτσέτ με την ιδεολογία, τη σκέψη και τις καλές τέχνες; Καμία, θα απαντούσαμε. Ο όρος «apagón cultural»  (πολιτιστικό μπλακ-άουτ ή απόλυτο σκοτάδι), αναφέρεται στο «κατέβασμα του διακόπτη» στην κουλτούρα μετά την 11η Σεπτέμβρη του 1973. Στους δρόμους στρατιώτες έκαιγαν τα απαγορευμένα βιβλία, σφράγιζαν βιβλιοπωλεία και εκδοτικούς οίκους, όπως τον Quimantú. Η λογοκρισία ήταν αμείλικτη. Όσοι δημιουργοί πρόλαβαν έφυγαν από τη χώρα, πολλοί δολοφονήθηκαν, άλλοι έμειναν χρόνια φυλακή. Στη χώρα των τυφλών, ο μονόφθαλμος έφευγε μετανάστης. Ο Αντόνιο Σκάρμετα, συγγραφέας του Ταχυδρόμου του Νερούδα, όταν τον ρώτησαν  στη Γερμανία εάν στη Χιλή μπορούσε κάποιος να γράφει ελεύθερα απάντησε κάπως έτσι: «Φυσικά μπορείς. Επίσης, μπορείς να βρεθείς νεκρός την επόμενη μέρα». Η καταγγελία της δικτατορίας από την παγκόσμια διανόηση ήταν συντριπτική, όπως μαρτυρούν αμέτρητα έργα τέχνης. Η ταινία Βρέχει στο Σαντιάγο (1975) ήταν η πρώτη από πολλές, με συμμετοχή  σπουδαίων όπως ο Άστορ Πιατσόλα, ο Ζαν-Λουί Τρεντινιάν και η Ανί Ζιραρντό. Αργότερα, ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες θα γράψει την Απίστευτη περιπέτεια του Μιγκέλ Λιτίν, του χιλιανού σκηνοθέτη με πατέρα Παλαιστίνιο και μητέρα την Ελληνίδα Κουκουμίδη, ο οποίος καταδιωκόμενος μπήκε παράνομα στη Χιλή και γύριζε ταινίες. Στη  βαθιά παρανομία τυπώνονταν και κυκλοφορούσαν χέρι με χέρι βιβλία που γράφονταν στο εξωτερικό, αλλά και μικρά έντυπα με ποιήματα και πεζά νεαρών που αντιστέκονταν στο καθεστώς.
   Όμως η δικτατορία έτρεφε μια δική της κουλτούρα· υπήρξαν διανοούμενοι και καλλιτέχνες που τη στήριξαν και στους οποίους στηρίχτηκε. Ο εθνικισμός ήταν ο βασικός ιδεολογικός πυλώνας. Τα εγκλήματα δικαιολογούνταν στο όνομα της εθνικής ασφάλειας, της πατρίδας και της οικογένειας. Ο αντίπαλος ήταν ο μαρξισμός. Έλεγε ο Χάιμε Γκουσμάν, βασικός διανοούμενος της χούντας: «Εφόσον εμείς είμαστε ανθρωπιστές και ο μαρξισμός είναι αντι-ανθρωπιστικός, διότι αρνείται τα ίδια τα θεμέλια της πνευματικής αξιοπρέπειας του ανθρώπου· εφόσον είμαστε εθνικιστές και ο μαρξισμός είναι αντι-εθνικιστικός, διότι αρνείται την αξία της πατρίδας γενικά και αντιτίθεται στην ουσία της εθνικής μας παράδοσης πιο ειδικά· εφόσον, τελικά, εμείς υιοθετούμε τις χριστιανικές αξίες που έχουν σφυρηλατήσει τον δυτικό πολιτισμό και ο μαρξισμός είναι αντι-χριστιανικός, διότι θεωρεί τη θρησκεία «όπιο των λαών» και φιλοδοξεί να καταστρέψει τα ίδια τα θεμέλια κάθε αυθεντικής ηθικής, είναι αδιαμφισβήτητο ότι οφείλουμε να είμαστε και να δηλώνουμε αντιμαρξιστές».
Πρόσφατα, με αφορμή το βιβλίο ενός χιλιανού δημοσιογράφου, έγινε γνωστή η βιβλιοθήκη του Πινοτσέτ που περιλάμβανε 55.000 τίτλους τεράστιας αξίας. Όπως τεκμηριώνει ο δημοσιογράφος, ο Πινοτσέτ είχε σοβαρά διανοητικά μειονεκτήματα, ενώ ποθούσε διακαώς να εμφανίζεται ως «διανοούμενος» και πλήρωνε αδρά γι’ αυτό (με κρατικά κονδύλια, φυσικά). Ήταν όμως μανιώδης συλλέκτης βιβλίων, ιδίως για τον Ναπολέοντα. Επίσης είχε μεγάλη συλλογή προτομών του Ναπολέοντα· εκτιμάται ότι τα βιβλία και οι προτομές έχουν αξία περίπου ένα εκατομμύριο δολάρια. Παρότι «ο Γέρος ΔΕΝ διάβαζε ιστορίες αγάπης», όπως έχει ειπωθεί κατά παράφραση του τίτλου ενός διάσημου μυθιστορήματος του Σεπούλβεδα, βρέθηκαν λογοτέχνες και διανοούμενοι πρόθυμοι να υποστηρίξουν τις «αξίες της εθνικής παράδοσης» και του χριστιανισμού. Η πιο σημαντική επιτυχία του καθεστώτος ήταν η επίσκεψη του Μπόρχες για να ανακηρυχθεί επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίου του Σαντιάγο.
Ο Μπόρχες και ο «εξαιρετικός άνθρωπος». Στις 21 Σεπτέμβρη 1976 πράκτορες της χούντας δολοφονούν στην Ουάσινγκτον τον υπουργό της κυβέρνησης Αλιέντε Ορλάντο Λετελιέ. Την ίδια μέρα ο Μπόρχες φτάνει στο Σαντιάγο. Σε μια ομιλία, για την οποία αργότερα μάλλον θα μετανιώσει, εγκωμιάζει το «Ξίφος» κατά της «Αναρχίας»: «[…] Ετούτη την εποχή της αναρχίας ξέρω ότι εδώ, ανάμεσα στην οροσειρά και τη θάλασσα, υπάρχει μια ισχυρή πατρίδα. Ο Λουγκόνες κήρυττε την ισχυρή πατρίδα όταν μιλούσε για την ώρα του ξίφους. Εγώ δηλώνω ότι προτιμώ το ξίφος, το καθαρό ξίφος, από τον λαθραίο δυναμίτη. Και το λέω γνωρίζοντας πολύ καλά, με ακρίβεια, τι λέω. Τώρα η δική μου χώρα αναδύεται από το βάλτο, νομίζω, ευτυχισμένη […]. Κι εδώ βγήκατε από αυτό το βάλτο. Η Χιλή […] είναι ταυτόχρονα μια μεγάλη πατρίδα και ένα δοξασμένο ξίφος». Ο στρατηγός Πινοτσέτ παρασημοφόρησε Μπόρχες με Μεγαλόσταυρο και ο Μπόρχες, στο τέλος της ιδιαίτερης συνάντησής τους, δήλωσε ότι ο στρατηγός ήταν «εξαιρετικός άνθρωπος».
Η τελευταία νύχτα στη Χιλή. Όταν ο Πινοτσέτ κρατούνταν στο Λονδίνο για να δικαστεί, δύο χιλιανοί λογοτέχνες, ο Χόρχε Έντουαρτνς από το εσωτερικό και ο Λουίς Σεπούλβεδα από την εξορία, συγκρούστηκαν δημοσίως για το αν πρέπει να υπάρξει λήθη για την εθνική συμφιλίωση ή αποκάλυψη των εγκληματιών και των εγκλημάτων της δικτατορίας  Τα κείμενά τους εκφράζουν τις δύο αντικρουόμενες τάσεις στη χιλιάνικη κοινωνία. Ενώ επικρατεί η πολιτική της εξουσίας για λήθη, η οποία ουσιαστικά συνεχίζει με άλλο τρόπο την κουλτούρα του πινοτσετισμού, με την πιο ευρεία έννοια, οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και νεολαίας ανακαλύπτουν τους συνεργάτες της χούντας και τους καταγγέλλουν, σε μια πρακτική που αποκαλείται «φούνα» (γιουχάισμα σε ελεύθερη απόδοση).
Στη σχεδόν ανύπαρκτη βιβλιογραφία για τη λογοτεχνία και τη διανόηση που στήριξε και στηρίχτηκε στη χούντα, ξεχωρίζει η «απόκρυφη» μυθιστορία του Ρομπέρτο Μπολάνιο, ο οποίος σε πολλά μυθιστορήματά του μιλάει για  το φαινόμενο. Πιο χαρακτηριστική είναι η ιστορία του ιερέα Ουρούτια, στην Τελευταία νύχτα στη Χιλή, που διδάσκει μαρξισμό στον δικτάτορα στο λογοτεχνικό σαλόνι μιας κυρίας της αριστοκρατίας, ενώ στο υπόγειο ο σύζυγός της βασανίζει αριστερούς. Ο Ουρούτια «μοιάζει» καταπληκτικά με ένα διάσημο κριτικό λογοτεχνίας στη φιλοχουντική εφημερίδα Μερκούριο, μέλος του διαβόητου Opus Dei. Οι γνώστες επίσης αναγνωρίζουν τον βασανιστή του υπογείου και την κυρία της αριστοκρατίας,  «αντίγραφα» του Μάικλ Τόουνλεϊ (πράκτορα που ομολόγησε τη συμμετοχή του σε βασανιστήρια και δολοφονίες)  και της χιλιανής συζύγου του.
Στο 2666, ο Μπολάνιο γίνεται χείμαρρος εναντίον της «πρόζας του Πινοτσέτ», περιγράφοντας το φανταστικό βιβλίο ενός φανταστικού συγγραφέα Λόνκο Κιλαπάν: «Όλα πλαστά. Όλα ανύπαρκτα.  Ο Κιλαπάν, […] κάλλιστα θα μπορούσε να είναι ένα nom de plume του Πινοτσέτ, να βγήκε από τις μεγάλες αϋπνίες του Πινοτσέτ ή από τα καρπερά του ξημερώματα, όταν ξυπνούσε στις έξι το πρωί ή στις πεντέμισι κι αφού έκανε μπάνιο και λίγη γυμναστική κλεινόταν στη βιβλιοθήκη του να ρίξει μια ματιά στη διεθνή κατακραυγή, να συλλογιστεί την κακή φήμη της Χιλής στο εξωτερικό. Όμως δεν υπήρχαν πολλές ελπίδες. Η πρόζα του Κιλαπάν, αναμφιβόλως, θα μπορούσε να είναι του Πινοτσέτ. […]. Στη γραφή του Λόνκο Κιλαπάν όχι μόνο χωρούσαν όλα τα στιλ της Χιλής αλλά επίσης όλες οι πολιτικές τάσεις, από τους συντηρητικούς ως τους κομμουνιστές, από τους νέους φιλελεύθερους ως τους παλιούς επιζήσαντες του MIR. Ο Κιλαπάν ήταν η πολυτέλεια της ισπανικής γλώσσας που μιλιόταν και γραφόταν στη Χιλή,  στη φρασεολογία του δεν εμφανιζόταν μονάχα η περγαμηνώδης μύτη του κληρικού Μολίνα, αλλά οι σφαγές του Πατρίσιο Λυντς, τα ατέλειωτα ναυάγια του Εσμεράλδα, η έρημος της Ατακάμα και οι αγελάδες που βόσκουν, οι υποτροφίες Γκουγκενχάιμ, οι σοσιαλιστές πολιτικοί που εγκωμιάζουν την οικονομική πολιτική της στρατιωτικής δικτατορίας, οι γωνιές όπου πουλούσαν τηγανίτες σοπαιπίγιας, το αναψυκτικό μότε κον ουεσίγιος, το φάντασμα του τείχους του Βερολίνου που κυμάτιζε πάνω στις ακίνητες κόκκινες σημαίες, οι οικογενειακοί ξυλοδαρμοί, οι πουτάνες με την καλή καρδιά, τα φτηνά σπίτια, όλα αυτά που στη Χιλή το έλεγαν μνησικακία και ο Αμαλφιτάνο το έλεγε τρέλα».
Ο Κρίτων Ηλιόπουλος είναι μεταφραστής από τα πορτογαλικά και τα ισπανικά.
Ενθέματα, Εφημερίδα Αυγή, 8/9/2013

quinta-feira, 11 de julho de 2013

Οι αγώνες συνεχίζονται στη Βραζιλία

Ο φετινός Ιούνιος στη Βραζιλία είχε ορισμένα κοινά με το Μάη του ‘68. Ξεσηκώθηκε η νεολαία των μεγαλουπόλεων που δεν ζει στο περιθώριο και δεν είναι εξαθλιωμένη. Ενώ η αρχή έγινε με αφορμή μια  αύξηση της τιμής του ήδη πανάκριβου εισιτηρίου των ιδιωτικών μέσων μαζικής μεταφοράς (δεν υπάρχουν δημόσια), η εξέγερση ξέσπασε εναντίον της αστυνομίας και του αυταρχισμού. Τα αιτήματα έγιναν χιλιάδες και άνθισαν κάθε λογής λουλούδια της ασφάλτου μέσα στους καπνούς των δακρυγόνων. Ανάμεσα στην πολυχρωμία ξεπήδησε και η μαυρίλα του φασισμού, με συνθήματα για την «πατρίδα», για «θρησκεία και οικογένεια»,  μαζί με Μπρεχτ ο εθνικός ύμνος διαπιστώνει έντρομος ένας διαδηλωτής.  Επίσης,  όπως παρατηρεί ο καθηγητής Φιλοσοφίας  Πάουλο Αράντες, ο βραζιλιάνικος Ιούνης και ο γαλλικός Μάης γίνονται σε περίοδο οικονομικής ανάπτυξης, με χαμηλή ανεργία και με πολιτικές στήριξης των χαμηλών εισοδημάτων. Μήπως αρχίζει να καταρρέει η «κοινωνική συμφωνία» που επέτρεπε την ομαλή συμβίωση πολλών και αντίπαλων «Βραζιλιών» μέσα σε μία, τεράστια και έντονα αναπτυσσόμενη; Τι μπορεί να σημαίνει το πρωτοφανές  γεγονός ότι χιλιάδες  Βραζιλιάνοι αψηφούν τις απειλές να μη γίνει το Μουντιάλ και οι Ολυμπιακοί Αγώνες και διαμαρτύρονται εναντίον του οργίου κερδοσκοπίας γι’ αυτές τις διοργανώσεις;
Τέτοια βεβήλωση «ναού», σαν αυτή που έγινε στο τεράστιο γήπεδο Μαρακανά του Ρίο, δεκαπέντε μέρες μετά τη νίκη του κινήματος και την  ακύρωση της αύξησης στα εισιτήρια, δεν έχει προηγούμενο στη Βραζιλία. Στον αγώνα Βραζιλίας-Ισπανίας υψώθηκαν πανό κατά της ιδιωτικοποίησης του γηπέδου μέσα στον αγωνιστικό χώρο, ενώ έξω χιλιάδες διαδηλωτές συγκρούονταν με την αστυνομία απαιτώντας λεφτά για Δημόσια Υγεία και Δημόσια Παιδεία ποιότητας  ανάλογης με την ποιότητα των γηπέδων για το Μουντιάλ.  Η οργή ξεχείλισε διότι με δημόσιο χρήμα ανασκευάστηκε το γήπεδο Μαρακανά για να «χαριστεί» σε ιδιωτικές εταιρείες και να γίνει απρόσιτο στις λαϊκές τάξεις. «Μέσα στις χιλιάδες κόσμου στα εγκαίνια δεν έβλεπες ούτε ένα μαύρο ή έστω έναν μιγά» λέει χαρακτηριστικά ο Ζ.Π.Στέντιλε ηγέτης του κινήματος των Ακτημόνων Εργατών Γης(MST). Επιπλέον, αποκαλύφθηκε ότι ο Πρόεδρος της Βουλής, που ανήκει στο κόμμα PMDB, ταξίδεψε μαζί με έξι μέλη της  οικογένειάς του με αεροπλάνο της … πολεμικής αεροπορίας ως το Ρίο για να δει το ματς.
Από τα τέλη της δεκαετίας του 90, όταν έγιναν μεγάλες απεργίες και διαδηλώσεις, και για περισσότερο από μια δεκαετία περίπου, οι αγώνες ήταν σποραδικοί και αδύναμοι. Για τρεις πενταετίες ο Πρόεδρος της Βραζιλίας είναι του Εργατικού Κόμματος (ΡΤ) και η κυβέρνηση σχηματίζεται με κύριο κορμό αυτό το κόμμα, του ιστορικού συνδικαλιστή Λούλα ντα Σίλβα. Ωστόσο δεν είναι «αυτοδύναμες» κυβερνήσεις, το ΡΤ συγκυβερνά με άλλα κόμματα. Οι «συνεταίροι» του ΡΤ στα πρώτα χρόνια ήταν κόμματα που είχαν κάποιες αριστερές αναφορές, τελευταία όμως είναι δεξιά έως και ακροδεξιά κόμματα εφόσον δεν υπάρχουν  άλλα για σχηματισμό κυβέρνησης. Οι κυβερνήσεις αυτές ονομάστηκαν αριστερές επειδή συνδύασαν τη ραγδαία ανάπτυξη του κεφάλαιου σε εθνικό και διεθνές πεδίο με μέτρα κρατικής ενίσχυσης των χαμηλότερων στρωμάτων.
Έχει περάσει ένας μήνας από τη λαϊκή έκρηξη στους δρόμους των βραζιλιάνικων μεγαλουπόλεων και φαίνεται να υπάρχει διάθεση για συνέχεια.  Έχει ανοίξει ο ασκός του Αιόλου και κάθε λογής κινήματα έχουν ξεχυθεί σε όλη την αχανή έκταση της χώρας. Στη Φορταλέζα και στο Μασεϊό έγιναν βίαιες συγκρούσεις με την αστυνομία, σε εθνικές οδούς γίνονται μπλόκα και οι φορτηγατζήδες (ιδιοκτήτες) κάνουν μπλόκα για κατάργηση των διοδίων και μείωση της τιμής του πετρελαίου. Στις ζούγκλες του Μάτο Γκρόσο οι ιθαγενείς πληθυσμοί εξακολουθούν να μάχονται για τη γη τους που την καταπατούν αυθαίρετα κτηνοτροφικές και γεωργικές εταιρείες, ενώ το κράτος στέλνει στρατό για να υπερασπίσει τους καταπατητές.
Ενώ τα κεντρικά καθοδηγητικά όργανα της δεξιάς, τα μεγάλα συγκροτήματα των μέσων ενημέρωσης, αντέδρασαν γρήγορα και αξιοποιούν έντεχνα την εξέγερση προς όφελός τους, η οργανωμένη αριστερά, όπως πάντα σχεδόν, αιφνιδιάστηκε από την εξέγερση. Ταλαντεύτηκε και ταλαντεύεται ακόμα για το αν και πώς θα συμμετέχει. Οι πιο συντηρητικές τάσεις αποστασιοποιούνται για να προστατέψουν την πρόεδρο Ντίλμα που βλέπει τη δημοτικότητά της να πέφτει από το 57% στο 37% και στις γειτονικές χώρες της Λατινικής Αμερικής φοβούνται ότι μια δεξιά στροφή της Βραζιλίας θα ανατρέψει και τις δικές τους ισορροπίες. Ωστόσο οι περισσότερες οργανώσεις και τα αριστερά κόμματα του κινήματος που παρέμεινε «μάχιμο» τα τελευταία χρόνια επιδιώκουν να συνεχιστούν οι αγώνες και να δοθεί στους δρόμους ιδεολογική μάχη για έναν αντικαπιταλιστικό προσανατολισμό. Αυτό αποφάσισαν σε μια σύσκεψη 80 οργανώσεις, είτε του κινήματος όπως το Κίνημα Ακτημόνων Εργατών Γης, το Κίνημα Αστέγων Εργατών και το Κίνημα για τη Δωρεάν Μετακίνηση (ολιγομελής ομάδα που όμως ηγήθηκε στις κινητοποιήσεις του Ιουνίου) είτε πολιτικά κόμματα της «παραδοσιακής» αριστεράς όπως το τροτσκιστικό PSTU, to KK Βραζιλίας και το PSOL.
Η πρόεδρος Ντίλμα Ρουσέφ ανακοίνωσε 5 σημεία διαλόγου για πολιτική μεταρρύθμιση που θα επικυρωθούν με δημοψήφισμα και θα αποτελέσουν τη βάση για ανανέωση του «συμβολαίου» κοινωνικής ειρήνης. Όμως τα 5 σημεία ελάχιστη σχέση έχουν με τις ανάγκες  των χαμηλών κοινωνικών τάξεων. Καμία πρόταση για το ζήτημα της δημοκρατίας, της καταστολής  και της κρατικής υποστήριξης των βασικών αναγκών της Υγείας της Παιδείας , Στέγης και Συγκοινωνιών που αποτελούν βασικά αιτήματα. «Δεν είδαμε κανένα συγκεκριμένο μέτρο. Σε κανένα επίπεδο της εξουσίας δεν  γίνεται νύξη, για παράδειγμα, κάποια περιορισμός  στα κέρδη των επιχειρηματιών των συγκοινωνιών της χώρας. Όλοι μιλούν για φοροαπαλλαγές» λέει μία εκπρόσωπος του Κινήματος για Δωρεάν δημόσιες συγκοινωνίες  ( MPL). Επιπλέον συνεχίζεται η άγρια καταστολή και βίαιη διάλυση των διαδηλώσεων με δακρυγόνα και πλαστικές σφαίρες, και ταυτόχρονα η κυβέρνηση επιμένει στο χορό εκατομμυρίων του Μουντιάλ και της Ολυμπιάδας.
Οι οργανώσεις του μαζικού κινήματος αντιπροτείνουν τα δικά τους πέντε σημεία για συζήτηση με την κυβέρνηση, και ένα άμεσο  άμεση και ιδιαίτερο αίτημα να σταματήσει τώρα η αστυνομική βία και να αποστρατικοποιηθεί η αστυνομία. Το πρώτο σημείο είναι το αίτημα για δωρεάν συγκοινωνία για όλους στα δημόσια μέσα μεταφοράς και κρατικοποίηση του συστήματος που σήμερα ανατίθεται σε ιδιωτικές εταιρείες. Το δεύτερο σημείο είναι να μειωθούν σε 40 από 44 οι ώρες εργασίας την εβδομάδα, αίτημα του εργατικού κινήματος. Επίσης ζητούν πολιτική λαϊκής Στέγης, με κρατικό έλεγχο στα ενοίκια, λόγω των οποίων υπάρχουν τόσες άστεγες οικογένειες στις μεγάλες πόλεις, και να σταματήσουν οι υποχρεωτικές μετακινήσεις κατοίκων για να διευκολυνθεί το Μουντιάλ και η Ολυμπιάδα του 2016. Σύμφωνα με στοιχεία των Λαϊκών Επιτροπών για το Μουντιάλ υπάρχουν πάνω από 250 χιλιάδες άτομα που κινδυνεύουν ξεσπιτωθούν για τη μεγαφιέστα. Τα άλλα θέματα είναι η δημόσια Υγεία και Παιδεία όπου η λαϊκή απαίτηση ζητάει να έχουν  «προδιαγραφές FIFA», δηλαδή ποιότητα όπως οι αθλητικές  εγκαταστάσεις. Και το επόμενο μεγάλο ραντεβού στους δρόμους είναι στην γενική κινητοποίηση-απεργία της 11ης Ιουλίου.
Διάχυτη είναι η αίσθηση ότι κάτι αλλάζει πολύ γρήγορα στη Βραζιλία που θα έχει άμεση αντανάκλαση και στην υπόλοιπη Λατινική Αμερική. Είναι η αρχή του τέλους της εποχής των κυβερνήσεων που ονομάστηκαν αριστερές κυβερνήσεις στη Λατινική Αμερική; Κλείνει ο κύκλος αυτού του τύπου διακυβέρνησης με εξασφάλιση κοινωνικής συναίνεσης μέσω σχετικά δικαιότερης αναδιανομής του πλούτου και της ακατάσχετης οικονομικής ανάπτυξης του κεφάλαιου;  Τι θα προκύψει από αυτή τη νεοφανή μαζική είσοδο του κόσμου στην πολιτική, το πλήθος ανθρώπων που διεκδικούν να έχουν λόγο στους κανόνες που ρυθμίζουν  τη ζωή τους και δεν ανέχονται να ψηφίζουν κάθε τέσσερα χρόνια ενώ τον υπόλοιπο καιρό «ψεκάζονται» με δακρυγόνα σαν πλεονάζοντα έντομα; Αρκετοί αγωνιστές συμφωνούν στις αναλύσεις τους ότι οι υπάρχουσες οργανώσεις του αντικαπιταλιστικού κινήματος -πολιτικές και συνδικαλιστικές-  είναι ξεπερασμένες, «γερασμένες» και γραφειοκρατικές. Δεν εμπνέουν πια. Πιθανότατα με το κλείσιμο του παλιού «κύκλου» να προκύψουν νέες μορφές αντικαπιταλιστικής οργάνωσης και δράσης, εφόσον αναπτυχθούν φρέσκιες ιδέες και ελπίδες και δεν υπάρξει συντηρητική υποχώρηση και απλή ανακύκλωση παλαιών υλικών.

Κρίτων Ηλιόπουλος, 4/7/2013


Η ουτοπία στους δρόμους της Βραζιλίας

του Κριτωνα Ηλιοπουλου
Την αποκάλεσαν και «εξέγερση των βουτυρόπαιδων», έγιναν συγκρίσεις με άλλες εξεγέρσεις, βγήκαν συμπεράσματα για την οικονομία και την πολιτική. Μάλιστα ορισμένα συμπεράσματα βγαίνουν τόσο εύκολα, που μάλλον είναι έτοιμα από πριν και απλώς επιβεβαιώνονται ανεξαρτήτως εάν η πραγματικότητα συμφωνεί. Καθώς η Βραζιλία επί μία δεκαετία έχει ανάπτυξη αντί για οικονομική κρίση, «κλασικές» κοινωνιολογικές προγνώσεις που συνδέουν αυτόματα τις κρίσεις του καπιταλισμού με τις εξεγέρσεις των καταπιεσμένων θα προέβλεπαν το ξέσπασμα μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο, κατά τα ειωθότα.
Με αφορμή τις μετακινήσεις
Το κίνημα των εκατομμυρίων που ξεχείλισε στους τεράστιους δρόμους της Βραζιλίας έλειπε εδώ και χρόνια και φαινόταν αδιανόητο ακόμα και δέκα μέρες προτού ξεσπάσει. Οι Βραζιλιάνοι θεωρούνταν «απολίτικοι», παρά τις συχνές δυναμικές κινητοποιήσεις και τις εξεγέρσεις μικρής κλίμακας, διότι πράγματι η μεσαία τάξη ήταν «απολίτικη». Επίσης, με την ίδια αφορμή, δηλαδή το εισιτήριο των λεωφορείων, γίνονταν συνέχεια κινητοποιήσεις, η μεγαλύτερη το 2005. Από τότε το εισιτήριο έχει διπλασιαστεί. Στις αχανείς πόλεις η συγκοινωνία είναι ιδιωτική, οι εταιρείες άκρως κερδοφόρες και ληστρικά κερδοσκοπικές. Οι ιδιώτες εισπράττουν ακέραιο το αντίτιμο του εισιτηρίου που διαμορφώνεται με κριτήριο το μέγιστο κέρδος και επιπλέον επιδοτούνται από το δημόσιο. Επειδή το κόστος μετακίνησης των εργαζομένων φτάνει περίπου στο 20% του μηνιαίου μισθού, το καταβάλει ο εργοδότης και αποτελεί αντικείμενο συνδικαλιστικής (ή ατομικής) διαπραγμάτευσης. Οι αποστάσεις είναι τεράστιες και καθημερινά χάνεις 3-4 ώρες σε μετακινήσεις που δεν είναι διόλου άνετες. Οι φτωχογειτονιές είναι αποκλεισμένες. Χαρακτηριστικό είναι ότι στο Σάο Πάουλο, εκτός από πολλούς άστεγους, βλέπεις εκατοντάδες να κοιμούνται στο δρόμο επειδή απλώς δεν μπορούν να γυρίσουν σπίτι από τη δουλειά και να ξανάρθουν την επόμενη μέρα.
Το MPL (Κίνημα για Δωρεάν Μετακίνηση) είναι η οργάνωση που κάλεσε σε κινητοποιήσεις κατά της αύξησης του εισιτηρίου. Έχει «μέλη» λίγες δεκάδες νέους με αντικαπιταλιστικές ιδέες --κάποιοι είναι φοιτητές ή επιστήμονες αστικού περιβάλλοντος-- και δεν ταυτίζεται με κανένα κόμμα. Ωστόσο στο MPL δεν είναι καθόλου ρεαλιστές, ή μάλλον είναι τόσο ρεαλιστές που «διεκδικούν το αδύνατο». Στόχος τους είναι η δωρεάν μετακίνηση με αληθινά δημόσια μέσα μεταφοράς για όλους τους πολίτες -- αρκετοί τους θεωρούσαν γραφικούς ή ρομαντικούς. Στις άφθονες σελίδες των κειμένων τους τεκμηριώνουν τόσο καλά το αίτημα, που πράγματι αποδεικνύεται παραλογισμός το εισιτήριο και όχι η δωρεάν μεταφορά. Τα προηγούμενα χρόνια στις διαδηλώσεις τους συμμετείχαν διακόσια-τριακόσια άτομα και σχεδόν πάντα η αστυνομία χτυπούσε και έκανε συλλήψεις. Όμως δεν το έβαλαν κάτω και τώρα εύλογα πρέπει να θεωρούν δικαίωση όχι μόνο την ακύρωση της αύξησης στο εισιτήριο («το αδύνατο») αλλά και το ότι η πρόεδρος της Βραζιλίας τους κάλεσε να συζητήσουν το «ουτοπικό» τους αίτημα. Τι συνέβη;
Αρχές Ιουνίου αμέτρητοι νέοι βγήκαν στο δρόμο διαμαρτυρόμενοι «για το μηδαμινό ποσό» αύξησης στο εισιτήριο. Τα ΜΜΕ, απόλυτο μονοπώλιο 2-3 οικογενειών, έδωσαν εντολή στην κυβέρνηση της πολιτείας του Σάο Πάουλο να «ανακαταλάβει» τις λεωφόρους από τους «τεμπέληδες» και «τσαμπατζήδες». Στην πολιτεία του Σάο Πάουλο (η Βραζιλία είναι ομοσπονδία) κυβερνάει η δεξιά με επικεφαλής τον ακροδεξιό Αλκμίν. Η Στρατιωτική Αστυνομία, διαμορφωμένη στη δικτατορία για να αντιμετωπίζει τον εχθρό λαό, έδειξε πρωτόγνωρη βία, εφαρμόζοντας μεθόδους ακραίες, συλλήψεις με απομόνωση, «απαγωγές» χωρίς δικαίωμα σε δικηγόρο, τροφή, επικοινωνία κ.λπ. Η καταστολή πυροδότησε την έκρηξη. Σ’ αυτό συνέβαλε το μαζικό πλέον ίντερνετ, αλλά και το MPL, που είναι απαλλαγμένο από τις αγκυλώσεις, τις ταλαντεύσεις, το ρεαλισμό και τους σχεδιασμούς των «επαγγελματιών» του κινήματος, καθώς και από τη λογική των αυτόκλητων πολιτικών καθοδηγητών, οι οποίοι συχνά την κρίσιμη στιγμή αποδεικνύονται κατώτεροι των περιστάσεων και αναζητούν το δάσος ανάμεσα στα εκατομμύρια δέντρα.
Η επιχείρηση χειραγώγησης και η ακροδεξιά
Μετά την τέταρτη συγκλονιστική μέρα διαδηλώσεων, οι «από πάνω» αντιλαμβάνονται τον κίνδυνο και αλλάζουν στρατηγική. «Από το βράδυ ως το πρωί γίναμε εθνικοί ήρωες», λέει το κύριο άρθρο της αντεξουσιαστικής διαδικτυακής εφημερίδας Passa Palavra. Τα αντιδραστικά μέσα ενημέρωσης έπλεξαν εγκώμια και καλούσαν στις διαδηλώσεις. Οι πρωτεργάτες του κινήματος διαπίστωσαν πολύ ανησυχητικά φαινόμενα. Οργανωμένες ομάδες διαδηλωτών έσχιζαν σημαίες αριστερών οργανώσεων, έδιωχναν βιαίως συνδικάτα που συμμετείχαν από την πρώτη στιγμή στον αγώνα. Εμφανίστηκαν εθνικιστικά και καθαρά φασιστικά κείμενα υπέρ της στρατιωτικής κυβέρνησης, υπέρ της ελεύθερης οπλοφορίας, για πιο αυστηρό ποινικό σύστημα, κατά των αμβλώσεων και των ομοφυλόφιλων, «κλασικά» της βραζιλιάνικης ακροδεξιάς. Την έκτη μέρα των διαδηλώσεων «εμείς απλώς κάναμε μπούγιο στη διαδήλωση που ήταν δική τους», λέει ένας από τους πρωτεργάτες. Τώρα η μάχη είναι ιδεολογική. Τα ΜΜΕ επιλεκτικά διαλέγουν και προβάλλουν τα συνθήματα που είναι ανώδυνα ή συμφέρουν την εξουσία και γενικότητες κατά της «διαφθοράς». Επιδιώκουν τη φθορά της προέδρου, Ντίλμα Ρουσέφ, καθώς οι εκλογές είναι του χρόνου και διαφαίνεται ότι τις κερδίζει άνετα και ανανεώνει την πενταετία. Η Ντίλμα και οι συντηρητικοί του κυβερνώντος κόμματος προσπαθούν με ελιγμούς, με διάλογο και επισείοντας το φόβο της ακροδεξιάς να πετύχουν αν όχι συμμαχία με τις μαχητικές αντικαπιταλιστικές δυνάμεις τουλάχιστον την ανοχή τους.
Τι έπεται;
Έγινε μια πρωτόγνωρη σύσκεψη 80 πολιτικών και συνδικαλιστικών οργανώσεων της αριστεράς, από το κυβερνητικό ΡΤ μέχρι τους πιο σκληρούς επικριτές του, καθώς και κινηματικών οργανώσεων όπως το MST (Κίνημα Ακτημόνων Εργατών Γης). Επικράτησε η άποψη να συνεχιστούν οι κινητοποιήσεις, να γίνει προσπάθεια ένταξης των εργατών και των χαμηλότερων κοινωνικών τάξεων στο κίνημα, για να δοθεί στους δρόμους η μάχη για τον αντικαπιταλιστικό προσανατολισμό. Επίσης, στόχος είναι να πιεστεί η κυβέρνηση «να συμμαχήσει με το λαό και όχι με τους καπιταλιστές», όπως τόνισε ο Ζ.Π. Στέντιλε, ηγέτης του MST (Kίνημα Ακτημόνων Εργατών Γης). Να φτιάξει σχολεία και νοσοκομεία «με προδιαγραφές FIFA», όπως λέει ένα σύνθημα καυστικό για το όργιο κερδοσκοπίας με το Μουντιάλ.
Όπως αποδείχτηκε, σε ανάλογες περιστάσεις (Αργεντινή, Βολιβία, Βενεζουέλα) εάν η κυβέρνηση θέλει να ανακόψει τη δεξιά επίθεση και να ενισχύσει τον αριστερό προσανατολισμό της έχει δύο εργαλεία: πρώτο, «καταστολή της καταστολής» με απόσυρση της αστυνομίας και κάθε ποινικοποίησης των αγώνων και δεύτερο, υιοθέτηση αιτημάτων που στρέφονται κατά των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων και των διασυνδέσεών τους με τα ΜΜΕ.

Το σύνθημα «Ο λαός ξύπνησε» θύμισε σε πολλούς το παλιότερο «Ο γίγαντας ξύπνησε» που ακούγονταν στις πολυπληθέστατες διαδηλώσεις «Για την Οικογένεια, με το Θεό και Ελευθερία» που έφεραν τη στρατιωτική δικτατορία το 1964. Όμως τώρα η μαζική απαίτηση είναι μάλλον για περισσότερη δημοκρατία. Μολονότι «χωρίς πρόγραμμα», το κίνημα αντιτίθεται στον έλεγχο της ζωής των πολλών από ελάχιστους και οι νέοι που βγήκαν να συγκρουστούν με τη φοβερή στρατιωτική αστυνομία νιώθουν την ανάγκη να αποφασίζουν οι ίδιοι για τη ζωή τους. Έπεται συνέχεια.
Δημοσιεύτηκε στα "ενθέματα" της εφημερίδας Αυγή, Ιούνιο 2013

sexta-feira, 8 de março de 2013


Λίγη ιστορία αντί για επικήδειο 

για τον Ούγκο Τσάβες

Δεν ήμουν ποτέ οπαδός του Ούγκο Τσάβες και καθώς δεν μου αρέσουν οι μεταθανάτιοι ύμνοι θα μπορούσα να τον κατηγορήσω για διάφορα, τα οποία βρίσκονται όμως στην αντίθετη κατεύθυνση από όσα με λύσσα του προσάπτουν τα παπαγαλάκια της εξουσίας και σύσσωμοι οι Κροίσοι της Βενεζουέλας. Ο Τσάβες όμως ό,τι κι αν έκανε ήταν πάντα με τους «από κάτω» και οι κυβερνήσεις του βοήθησαν τους καταπιεσμένους της Βενεζουέλας (και όλης της Λατινικής Αμερικής) να αλλάξουν ζωή και συνείδηση. Δεν χρειάζεται να θεωρηθεί Μεσσίας αναληφθείς στους ουρανούς ούτε όμως και ως απλώς ένας εχθρός των εχθρών μας. Το σημαντικότερο ίσως έργο του δεν ήταν η εντυπωσιακή αναδιανομή πλούτου υπέρ των αδικημένων αλλά η συμβολή του στην προσπάθεια χειραφέτησης και αυτοδιάθεσης αυτών των κοινωνικών ομάδων που πριν  δεν είχαν καν συνείδηση ότι δικαιούνται να υπάρχουν στην κοινωνία. Ακόμα και με το θάνατό του, πρόωρο και προτού φθαρεί ο ίδιος και η εξουσία του, συμβάλλει στην αντίσταση των καταπιεσμένων της χώρας του, για τους οποίους θα μείνει πάντα ήρωας και καθοδηγητής, κάνοντας δύσκολη τη ζωή των αφεντικών ακόμα και από τον άλλον κόσμο.
Παρά τις αντίθετες απόψεις, αποδεικνύεται ιστορικά ότι μπορεί μεν η εξαθλίωση να φέρνει εξεγέρσεις όμως οι επαναστατικές αλλαγές κυοφορούνται όταν υπάρχει ελπίδα και όχι πείνα. Ίσως μάλιστα οι περισσότεροι εξεγερμένοι ονειρεύονται απλώς την επιστροφή στις παλιές καλές μέρες, ενώ λίγοι είναι οι οραματιστές του μέλλοντος. Συνήθως παλεύουν για όσα έχασαν και όχι για όσα θα κερδίσουν, τα οποία αρχίζουν να τα βλέπουν στη διαδρομή. Αξίζει τον κόπο να μελετήσουμε λίγη πρόσφατη ιστορία πριν από την εμφάνιση του Τσάβες και θα εντυπωσιαστούμε από πολλά.

Καράκας 1989

Την ίδια εποχή που τα παγκόσμια μίντια έβλεπαν τις τρομερές αντιθέσεις που γκρέμισαν τα σοσιαλιστικά κράτη της ανατολικής Ευρώπης και την ΕΣΣΔ, στο Καράκας της Βενεζουέλας πλήθη εξαθλιωμένων εξεγείρονταν κατά της νεοφιλελεύθερης καταστροφής της ζωής τους.
26 και 27 Φλεβάρη 1989: Με την αύξηση τιμής των καυσίμων οι ιδιοκτήτες λεωφορείων αποφασίζουν να αυξήσουν τα εισιτήρια. Μια γυναίκα σε μια φτωχογειτονιά αρνείται να πληρώσει και ο οδηγός την πετάει βίαια έξω. Ο κόσμος αντιδρά και αναποδογυρίζει το λεωφορείο. Είναι το πρώτο οδόφραγμα. Ακολουθούν φωτιές, λεηλασίες σούπερ μάρκετ, καταστροφές, εκατοντάδες χιλιάδες εξαθλιωμένοι καταλαμβάνουν την πόλη. Η κυβέρνηση επιβάλει στρατιωτικό νόμο (αναφέρεται ότι ένα τμήμα της αστυνομίας αρνήθηκε στην πράξη να καταστείλει απειθαρχώντας στις διαταγές των ανωτέρων τους και μάλιστα αστυνομικοί συμμετείχαν σε λεηλασίες) και το αποτέλεσμα είναι εκατοντάδες νεκροί. Το επίσημο νούμερο είναι 327 (αυτό παραδέχτηκε η κυβέρνηση), όμως μελέτες αναφέρουν έως και 3000 νεκρούς.  Η υπηρεσία Πληροφοριών του Στρατού μιλάει για 2227 νεκρούς από πυροβόλο όπλο και οι ξένοι ανταποκριτές ανάφεραν 1500 νεκρούς. «Ελεύθεροι σκοπευτές πυροβολούσαν όποιο κεφάλι έβγαινε σε παράθυρο» αναφέρει χαρακτηριστικά ένας αυτόπτης μάρτυρας αξιωματικός του στρατού.
Το πραξικόπημα των νεαρών αξιωματικών με επικεφαλής τον Τσάβες το 1992 εναντίον του Κάρλος Αντρές Πέρες ήθελε να είναι απάντηση σε αυτή την κατάσταση. Οι ιδιομορφίες του στρατού της Βενεζουέλας και η πολιτική οργάνωση στο εσωτερικό του (βλέπε Μάρτα Χαρνέκερ 2003) έφεραν αργότερα τα αποτελέσματα που ξέρουμε, την εκλογική νίκη του 1998 και τους αλλεπάλληλους εκλογικούς θριάμβους του … «δικτάτορα» Τσάβες που έκανε περισσότερες εκλογές και δημοψηφίσματα από πολλούς … «δημοκράτες».

Η κρίση της Βενεζουέλας

 (αν σας θυμίζει κάτι,  κάθε σύγκριση είναι δεκτή)

Η χώρα με τα μεγαλύτερα κοιτάσματα πετρελαίου πέφτει τη δεκαετία του ‘80 σε βαθιά οικονομική κρίση. Μέσα σε μόλις 3 χρόνια 1975-1978  το εξωτερικό χρέος από 6 δις σε 31 δις δολάρια ενώ η πτώση της τιμής του πετρελαίου ήταν καταλυτική (1973=29 δολ, 1986=11 δολ.) μετά το 1983, το κεφάλαιο εγκαταλείπει τη Βενεζουέλα διότι χάνει.
Το 1983 κηρύσσεται η πρώτη στάση πληρωμών εξωτερικού χρέους από την κυβέρνηση Ερέρα Καμπίνας, το 1984 η κυβέρνηση του προέδρου Χάιμε Λουσίνκσκι έφερε το πρώτο πακέτο οικονομικών μέτρων με στόχο την επαναχρηματοδότηση του εξωτερικού χρέους από το ΔΝΤ, (απελευθέρωση τιμών, αύξηση τιμής καυσίμων, μείωση κρατικών δαπανών, πάγωμα μισθών) και το 1988 γίνεται η τρίτη αναστολή πληρωμών του εξωτερικού χρέους που έφτανε τα 30 δις δολάρια.
Οι καπιταλιστές με την ομοσπονδία τους Fedecamaras (κάτι σαν Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο), απαίτησαν από την κυβέρνηση την πλήρη ανάληψη του ιδιωτικού εξωτερικού χρέους που κυμαινόταν από 8 έως 10 δις ως «προαπαιτούμενο για να αποκατασταθεί η πιστοληπτική ικανότητα της Βενεζουέλας στο εξωτερικό και να αποφευχθεί το κλείσιμο επιχειρήσεων, έλλειψη αγαθών πρώτης ανάγκης, πληθωρισμός ...»
Αμέσως η κυβέρνηση έφτιαξε ένα μηχανισμό που εξασφάλιζε διαθεσιμότητα δολαρίων σε ευνοϊκή ισοτιμία για τον ιδιωτικό τομέα (κοινή ισοτιμία 1 προς 7 μπολίβαρες, προνομιακή ισοτιμία για τους επιχειρηματίες 1 προς 4,3) Honorio Martinez, 2008
Ακόμα και ο πρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας σκανδαλίστηκε με το φόρτωμα του ιδιωτικού χρέους στο δημόσιο γιατί σήμαινε, όπως δήλωσε, εύνοια προς όσους «έκαναν εισαγωγές, πλούτισαν και ευνοήθηκαν έπειτα από εξαγωγή κεφαλαίων». Τον επόμενο Φεβρουάριο η νέα κυβέρνηση του Ερέρα Καμπίνας τον αντικατέστησε. Ωστόσο και στη νέα κυβέρνηση εκφράστηκαν ανάλογες φωνές που εξέφραζαν τις εσωτερικές αντιθέσεις των κεφαλαιούχων και των πολιτικών εκφραστών τους και την «συναίνεση» που είχαν ισορροπηθεί από το 1958 με τη συμφωνία της Fedecamaras με τους εργατοπατέρες συνδικαλιστές και τη Συμφωνίας των δύο μεγάλων κομμάτων το 1968, που επιτεύχθηκε χάρη στα έσοδα από το πετρέλαιο.
Το Σεπτέμβριο του 1984 η κυβέρνηση Λουσίντσι «κατάφερε» να αναχρηματοδοτήσει το 94% του δημοσίου χρέους με προθεσμία ως το 1988 και έγινε δεκτή από τους διεθνείς δανειστές η ρύθμιση της ισοτιμίας για την κάλυψη και την εξυπηρέτηση του ιδιωτικού εξωτερικού χρέους.
Το ΔΝΤ υπέδειξε πακέτο μέτρων: απελευθέρωση τιμών, κατάργηση κρατικών επιδοτήσεων, περιορισμός δημόσιων δαπανών, πάγωμα μισθών, άνοδος τιμής καυσίμων και αύξηση φορολογίας.
Το Φεβρουάριο του 1984 o Λουσίντσι επέβαλε το πρώτο πακέτο μέτρων. Το Δεκέμβριο του 1986 κάνει νέα υποτίμηση και το Δεκέμβριο του 1988, ένα μήνα προτού παραδώσει στον Κάρλος Αντρές Πέρες ανακοίνωσε τη νέα αδυναμία πληρωμών εξωτερικού χρέους που έφτανε τα 30 δις δολάρια. Μέσα σε δύο χρόνια οι τιμές είχαν ανέβει 60% και το κόστος ζωής κατά 28%.
Το πακέτο μέτρων της επόμενης κυβέρνησης, του Κάρλος Αντρές Πέρες (1989) επέβαλε μεταξύ άλλων: νέα μείωση κρατικών δαπανών,  μέτρα απελευθέρωσης εμπορίου, απελευθέρωση νομισματικής ισοτιμίας, κατάργηση δασμών, ενίσχυση των ξένων επενδύσεων, ιδιωτικοποίηση κρατικών επιχειρήσεων, 100% αύξηση τιμής της βενζίνης και 30% των εισιτηρίων στα μέσα μαζικής μεταφοράς.
Οι αμοιβές των εργαζομένων (σε μισθούς) που το 1960 αποτελούσαν το 61,2% του ΑΕΠ, το 50,4% του ΑΕΠ το 1970 και το 27% το 1980, είχαν φτάσει στο 15% στα τέλη της δεκαετίας του ‘80.
Στις 28 Φεβρουαρίου 1989, στη φτωχογειτονιά Γουαρένας οι επιβάτες των αστικών συγκοινωνιών άρχισαν να καταστρέφουν τα οχήματα.
Η εξέγερση του Καράκας που έγινε γνωστή ως «καρακάσο» ή «σακουδόν» ήταν αυθόρμητη χωρίς καμία οργανωμένη υποκίνηση ούτε εκπροσώπηση. Τα συνδικάτα ήταν κυβερνητικά και δεν υπήρχαν πολιτικές οργανώσεις που να εκφράζουν εκείνο το 40% του πληθυσμού της πόλης, τους πιο φτωχούς από τα 4 εκατομμύρια που ζουν στριμωγμένοι σε λόφους που καλύπτουν μόλις το 10% της έκτασης του Καράκας.

 


Οι στρατιωτικοί μεταρρυθμιστές.


Έχουν γραφτεί πολλά και θα γραφούν ακόμα περισσότερα για το τι λογής αριστερά είναι η Μπολιβαριανή του Τσάβες, πόσο αριστερά, τι προοπτικές έχει κλπ. Εδώ θα ασχοληθούμε μόνο με την ιστορία.
Για τους συνωμότες της ομάδας του Τσάβες που ονομαζόταν MBR 200 (Μπολιβαριανό Επαναστατικό Κίνημα 200)  η εξέγερση του ‘89 ήταν ένα σοκ γιατί βρέθηκαν ταυτόχρονα σύμμαχοι και αντίπαλοι του εξεγερμένου πλήθους, όπως ο αδερφός του δολοφονημένου συντρόφου του Τσάβες Λουίς Φελίπε Ακόστα Κάρλες (σημερινός στρατηγός) ή ο υπολοχαγός Χεσούς Μανουέλ Ζαμπράνο Μάτα που αφηγείται πώς «έβαλε σε σειρά» τον κόσμο για να λεηλατήσει «με τάξη» ένα εμπορικό κέντρο, αντί να τους διαλύσει βίαια όπως τον έστειλαν να κάνει, ώστε ο κόσμος να παίρνει τρόφιμα και άλλα απαραίτητα χωρίς καταστροφές! (Χαρνέκερ, 2003)
Τα μετέπειτα γεγονότα είναι γνωστά: αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος από τον Τσάβες το ‘92 κατά του Αντρές Πέρες, έπειτα εμφάνισή του για δύο λεπτά στην τηλεόραση που καλεί σε παράδοση των όπλων «προς το παρόν»! όμως,  και κερδίζει τη λαϊκή συμπάθεια, έπειτα φυλακή, αποφυλάκιση και συντριπτική νίκη στις εκλογές του 1998. Από τότε κι έπειτα, και μέσα σε 13 χρόνια, έγιναν πέντε δημοψηφίσματα, τέσσερις προεδρικές εκλογές, πέντε βουλευτικές και πέντε περιφερειακές εκλογές. Επιπλέον ηττήθηκε η απόπειρα πραξικοπήματος εναντίον του Τσάβες το 2002 που είχε την υποστήριξη όλης της διεθνούς μαφίας των νεοφιλελεύθερων , από τον Αθνάρ μέχρι την Κοντολίζα Ράις. Πρόκειται πράγματι για έναν πολύ ιδιόμορφο «δικτάτορα» αλλά και στρατιωτικό. Και φυσικά η «δικτατορία» του Τσάβες δεν έστειλε ποτέ κανέναν εξορία, δεν έκανε βασανιστήρια ούτε σε αστυνομικά τμήματα ούτε πουθενά, δεν πετούσε από αεροπλάνα τους πολιτικούς αντιφρονούντες, ούτε απαγόρευσε κανένα πολιτικό κόμμα ή συνδικάτο. Μάλιστα έδωσε αμνηστία στους πραξικοπηματίες που προσπάθησαν να τον ανατρέψουν το 2002.
Ο στρατός της Βενεζουέλας αποτελεί αντικείμενο αναλύσεων λόγω των ιδιαιτεροτήτων του της ιστορίας του που έδωσε φαινόμενα ανάλογα, όχι όμοια, με την επανάσταση των γαρυφάλλων της Πορτογαλίας το ‘73. Στρατιωτικοί εισέρχονται στην πολιτική εξουσία όχι για να περιορίσουν τη δημοκρατία αλλά για να τη διευρύνουν.
Ο στρατός της Βενεζουέλας ήταν ένα σχολείο στον εθνικισμό του Σιμόν Μπολίβαρ που παρείχε μόρφωση πανεπιστημιακού επιπέδου δίχως ταξικές διακρίσεις σε κοινωνικές ομάδες που δεν είχαν ποτέ πρόσβαση ούτε σε σχολείο, ούτε σε γιατρό, ούτε καν σε κρεβάτι και στέγη. Μέσω των στρατιωτικών κυβερνήσεων της δεκαετίας του πενήντα οι άνθρωποι αυτοί έρχονταν σε επαφή με την οικονομική ελίτ, ενώ ταυτοχρόνως οι οργανώσεις ένοπλης αντίστασης και οι αντάρτες μπορούσαν εύκολα να εισχωρήσουν στον κυβερνητικό στρατό. Τη δεκαετία του εβδομήντα τα στρατόπεδα της Βενεζουέλας έβραζαν από πολιτικές ομάδες, συζητήσεις και συνομωσίες κατά του πολιτικού συστήματος, τόσο που δεν είχαν και πολλά να ζηλέψουν από πανεπιστημιακά αμφιθέατρα άλλων χωρών! (Λόπες Μάγια, 2003)
Το MBR 200  και ο υπολοχαγός Τσάβες από το 1983 επιδίωξε συμμαχία με αριστερές οργανώσεις πολιτών και έκανε επαφές με το MAS (Κίνημα για το Σοσιαλισμό), to LCR (Υπόθεση R), που προήλθαν από διάσπαση του ΚΚ Βενεζουέλας. Ηγέτες οργανώσεων της αριστεράς, διανοούμενοι και ακτιβιστές συνεργάστηκαν με τους στρατιωτικούς και αργότερα συμμετείχαν στις κυβερνήσεις.
Παρά τις διασπάσεις, τις διαφωνίες και τα πισωγυρίσματα, παρ’ όλη τη διαφορά απόψεων για το ρόλο της «πρωτοπορίας» και το ποια είναι αυτή, είναι αξιοθαύμαστη η σχέση του κόμματος και των κυβερνήσεων Τσάβες με τις μάζες καθώς και οι δημοκρατικοί θεσμοί που προώθησαν.
Επιπλέον, είναι τρομερά άδικο να παραβλέπουμε τα κοινωνικά επιτεύγματα της «δεκαετίας Τσάβες», τον αλφαβητισμό, τις παροχές υγείας, τις δημόσιες συγκοινωνίες, τη μέριμνα για λαϊκή στέγη και για τις φτωχογειτονιές, την υποστήριξη σε πειράματα οικονομικής αυτοδιαχείρισης, την υποστήριξη των αντικαπιταλιστικών δυνάμεων σε όλη τη Λατινική Αμερική, τη βοήθεια στη ρημαγμένη Αϊτή και στη Βολιβία, μέχρι και στις … ΗΠΑ μετά τον τυφώνα Κατρίνα και στο Μπρονξ.
Οι κυβερνήσεις Τσάβες μπορεί να μην απάλλαξαν τη μειονοτική ελίτ  των πλουσίων από το άχθος της ιδιοκτησίας και του ελέγχου των μέσων παραγωγής του πλούτου, ούτε παρέδωσαν στην πλειονότητα της μάζας πλήρη δικαιώματα αυτοδιάθεσης, όμως στέρησαν από τους καπιταλιστές το εργαλείο του κράτους ως μέσου συνεχούς αύξησης του ποσοστού κέρδους τους σε βάρος των πολλών.
Δεν θα ξεμπερδέψουν εύκολα με την κληρονομιά που αφήνει πίσω του όσοι πολέμησαν τον Τσάβες με λύσσα.

Κρίτων Ηλιόπουλος 7/3/2013

Μικρή Βιβλιογραφία στα Ισπανικά
Margarita Lopez Maya, Venezuela ascenso y gobierno de Hugo Chavez y sus fuerzas bolivarianas, Bogota 2008
Marta Harneker, Militares junto al pueblo, Editores Vadell Hermanos, Caracas, 2003
José Honorio Martínez, Universidad Nacional Autónoma de México, CAUSAS E INTERPRETACIONES DEL CARACAZO, HAOL no 16, Marzo 2008, Mexico.
(BINTEO αγγλικά) Joel Linares on Venezuela's 1989 'Caracazo' Uprising Against Neoliberalism http://www.youtube.com/watch?v=uDZNNPvBsRM